aspa

aspa

Σάββατο 24 Φεβρουαρίου 2018

24-02-1981: Σεισμός των Αλκυονίδων



 


Ήταν στις 24 Φεβρουαρίου του 1981 και ώρα 20:53  όταν σεισμική δόνηση ταρακούνησε τις Αλκυονίδες ένα νησιωτικό σύμπλεγμα στο ανατολικό τμήμα του Κορινθιακού κόλπου. Το μέγεθος του σεισμού ήταν Μs=6,7R και το εστιακό του βάθος τα 8χλμ σύμφωνα με τις επίσημες μετρήσεις του Αστεροσκοπείου Αθηνών.  Οι ακριβείς συντεταγμένες ήταν 38.07ο Ν, 23.00o  

Συνέπεια αυτού του σεισμού ήταν να θρηνήσουμε 20 θύματα, να υπάρξουν τουλάχιστον 500 τραυματίες ενώ μεγάλες ήταν οι υλικές ζημιές που σημειώθηκαν σε Κορινθία, Βοιωτία, Αττική, Φωκίδα και Εύβοια.  
Υπολογίζεται ότι  85000 κτίρια περίπου υπέστησαν βλάβες (22554 κτίρια μη επισκευάσιμα). Σε διάφορα μέρη παρατηρήθηκαν φαινόμενα ρευστοποίησης, καταρρεύσεις βράχων καθώς και ασθενές θαλάσσιο κύμα βαρύτητας. Κατά μήκος των νοτίων ακτών του κόλπου (περιοχή Περαχώρας) εντοπίστηκε μετά τον κύριο σεισμό επιφανειακή εκδήλωση του σεισμογόνου ρήγματος, μήκους 15km. 

Λίγες ώρες αργότερα, ακολούθησε δεύτερος σεισμός, ο οποίος είχε μέγεθος 6,4 Ρίχτερ και προκάλεσε καταστροφές σε κτίσματα που είχαν πληγεί από τον πρώτο σεισμό.
Την Τετάρτη 4 Μαρτίου σημειώθηκε τρίτος σεισμός, με μέγεθος 6,3 Ρίχτερ. Από αυτόν οι μεγαλύτερες καταστροφές έγιναν στην Ανθούπολη Περιστερίου.
Οι μετασεισμοί συνεχίστηκαν μέχρι και τα μέσα Σεπτεμβρίου του 1981.
Οι μεγαλύτερες ζημιές σημειώθηκαν στην Περαχώρα (τα περισσότερα κτίρια βγήκαν ακατάλληλα, (ενώ τρύπησε ακόμα και το υδραγωγείο), στην Κινέττα (όπου κατέρρευσε τετραώροφο ξενοδοχείο και μετά από μια πολύωρη διασωστική επιχείρηση, ανασύρεται ζωντανός από τους πυροσβέστες ο Βαγγέλης Μπούσουλας), στα Μέγαρα (όπου έφυγε από την ζωή και η σύζυγος του δημάρχου), στο Λουτράκι, στην Κόρινθο, στο Βραχάτι Κορινθίας, (από τα ερείπια ξενοδοχείου που κατέρρευσε ανασύρονται νεκροί δύο γυναίκες και ένας νεαρός άνδρας), στο Κιάτο και στην Αθήνα.

Ο σεισμός των Αλκυονίδων ήταν ο πλέον ισχυρός σεισμό των τελευταίων δεκαετιών και για την περιοχή της Αθήνας, προκαλώντας αρκετές ζημιές σε κτίρια και πανικό στον κόσμο, ο οποίος διανυκτερεύει σε αυτοκίνητα, πάρκα ή ακόμη και στις νησίδες κεντρικών λεωφόρων. Τον αρχικό φόβο των κατοίκων επέτεινε αρχικά η διακοπή ρεύματος που ακολούθησε της δόνησης και η οποία «νέκρωσε» ακόμη και τη Βουλή, στην οποία γινόταν συνεδρίαση.

Το διήμερο μεταξύ 24 και 26 Φεβρουαρίου, στην Αθήνα «οι πυροσβεστικές δυνάμεις, απεγκλωβίζουν 218 άτομα από ανελκυστήρες, βοηθούν στην απομάκρυνση ασθενών και ηλικιωμένων από τα σπίτια τους, κατεβάζουν οικοσκευές από ετοιμόρροπες πολυκατοικίες, απομακρύνουν ετοιμόρροπα αντικείμενα, ενώ επεμβαίνουν για την κατάσβεση δεκάδων πυρκαγιών.»
Η επέμβαση του κράτους χαρακτηρίστηκε άμεση και ιδιαίτερα επιτυχημένη. Δημιουργήθηκαν οι Υπηρεσίες Αποκατάστασης Σεισμοπλήκτων, οι λεγόμενες Υ.Α.Σ. (σήμερα ΔΑΕΦΚ) στις κύριες πόλεις της Κορινθίας: Κόρινθος, Λουτράκι, Κιάτο, Ξυλόκαστρο. Ορίσθηκαν επιτροπές από ντόπιους Μηχανικούς και του Υπουργείου όπου έγιναν σε όλο το Νομό σοβαρές αυτοψίες ζημιών. Κατετάγησαν τα κτίρια σε τρεις κατηγορίες: Ε.Κ. (κατοικήσιμο) , Ε.Α. (ακατοίκητο), Ε.Ε. (επικινδύνως ετοιμόρροπο).
Τα Ε.Ε. κατεδαφίζονταν από την Υπηρεσία, δανειοδοτούνταν, με πραγματικές τιμές για την εποχή αυτή, για την κατασκευή καινούριων κτιρίων. Οι άλλες δύο κατηγορίες κτιρίων, είχαν τη δυνατότητα να δανειοδοτηθούν από τις τράπεζες μετά από την έκδοση αδείας από τις Υ.Α.Σ. με ευθύνη ιδιωτών μηχανικών, οι οποίοι είχαν και την επίβλεψη της κατασκευής. Το επιτόκιο του δανείου ήταν μηδενικό για το μεγαλύτερο τμήμα αυτού και το υπόλοιπο συμβολικό. Συγχρόνως δίνονταν κίνητρα σε βιομηχανίες, βιοτεχνίες, επαγγελματικά κτίρια και σε πολλές παραγωγικές τάξεις για την ανακατασκευή, επισκευή της υποδομής και του εξοπλισμού των δραστηριοτήτων.
Ξεπεράσθηκαν για την Κορινθία προβλήματα δεκαετιών όσον αφορά τους τίτλους ιδιοκτησίας των πληγέντων. Ο τότε Αντιπρόεδρος της Κυβέρνησης αείμνηστος Κωνσταντίνος Παπακωνσταντίνου, αλλά και άλλοι αρμόδιοι Υπουργοί παρακολούθησαν το όλο θέμα από πολύ κοντά και έδωσαν τη λύση της αναγνώρισης ιδιοκτησίας μέσω βεβαιώσεων από τους Δήμους και Κοινοτήτες και με υπεύθυνες δηλώσεις από δύο πολίτες. Ένας ευφυής τρόπος που έδωσε λύση σε ιδιοκτησιακά προβλήματα που ταλάνιζε την κοινωνία επί πολλές δεκαετίες.





















Α.Κ.
Ακολουθήστε μας στη σελίδα μας στο fb:
https://www.facebook.com/ppattikis/

Σάββατο 10 Φεβρουαρίου 2018

11 ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ: ΕΥΡΩΠΑΙΚΗ ΗΜΕΡΑ 112



Η Ευρωπαϊκή ημέρα 112 καθιερώθηκε με απόφαση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής να γιορτάζεται κάθε χρόνο στις 11 Φεβρουαρίου. Είναι μια μέρα αφιερωμένη στην ευαισθητοποίηση των πολιτών για τον Ευρωπαϊκό αριθμό έκτακτης ανάγκης 112.
Το 112 για επείγουσες ανάγκες λειτουργεί στις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης από το 1991 και παρόλο που πρόκειται για μια πρωτοβουλία που επικροτείται, η πλειοψηφία των Ευρωπαίων πολιτών φαίνεται να αγνοεί την ύπαρξή του. Τα αποτελέσματα είναι δραματικά σε ότι αφορά τους Έλληνες πολίτες.

Χώρες σε όλη την Ευρώπη οργανώνουν δραστηριότητες επικοινωνίας και άλλες εκδηλώσεις για να βοηθήσουν στη διάδοση του μηνύματος.

Για το 2017 προτείνεται στις χώρες να επισημάνουν τη χρήση των Μέσων Κοινωνικής Δικτύωσης  (social media) κατά τη διάρκεια των έκτακτων καταστάσεων ανάγκης. Τα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης επηρεάζουν ολοένα και περισσότερο τις επικοινωνίες και την ανταλλαγή πληροφοριών κατά τη διάρκεια έκτακτων περιστατικών αλλά το ερώτημα είναι αν οι πολίτες γνωρίζουν τον καλύτερο τρόπο χρήσης τους.


Κάθε χρόνο η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δημοσιεύει έκθεση για την κατάσταση του 112 στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Από τις εκθέσεις αυτές προκύπτουν μεγάλες διαφορές ανάλογα με τη χώρα όσον αφορά την υπηρεσία που παρέχει το 112 στους πολίτες.

Δείτε την έκθεση της επιτροπής για το έτος 2017 εδώ: http://www.eena.org/download.asp?item_id=256




Πολιτική Προστασία & ο ρόλος των Στελεχών της Ιδιωτικής Ασφάλειας/ Συμπράξεις Δημοσίου & Ιδιωτικού Τομέα


Ημερίδα 10/2/2018 : Εργασιακά Προβλήματα – Α Βοήθειες – Γεωστρατηγικές & Γεωοικονομικές Αλλαγές Απαραίτητης Προετοιμασίας Ιδιωτικής Ασφάλειας Αναβάθμισης Ιδιωτικού Προσωπικού Ασφάλειας Μέσω Πολιτικής Προστασίας – Τεχνική Ασφάλεια 



Ο περιορισμός των καταστροφών αποτελεί ένα πολύπλευρο κοινωνικό ζήτημα με υποστηρικτικά μέτρα και ενέργειες σε πολλούς τομείς της οργάνωσης και ανάπτυξης των κοινοτήτων. Ουσιαστικής σημασίας για την αποτελεσματικότερη διαχείριση των καταστάσεων έκτακτης ανάγκης θεωρείται η οικοδόμηση σχέσεων συνεργασίας και προγραμματισμού με φορείς του ιδιωτικού τομέα. Στο παρόν προτείνεται η εστίαση της ακαδημαϊκής έρευνας στο ρόλο που συχνά καλείται να διαδραματίσει το ιδιωτικό προσωπικό παροχής υπηρεσιών ασφαλείας στην αντιμετώπιση των καταστροφών, τρομοκρατικών επιθέσεων ή άλλων απειλών προκειμένου ν’ αξιοποιηθεί αποτελεσματικά ένα ανθρώπινο δυναμικό που αποτελεί σημαντική δεξαμενή πόρων σε συναφείς δεξιότητες και ικανότητες.

1.     Η Έννοια της Πολιτικής Προστασίας και Ασφάλειας

Κατά τη διάρκεια της τελευταίας 20ετίας παρατηρείται σημαντική αύξηση στον αριθμό, τη σοβαρότητα και την ένταση των φυσικών, τεχνολογικών και ανθρωπογενών καταστροφών με αποτέλεσμα απώλεια μεγάλου αριθμού ζωών περιουσιών και υποδομών, συμπεριλαμβανόμενου και της πολιτιστικής κληρονομιάς, της σοβαρής βλάβης της οικονομικής και κοινωνικής υποδομής και της ζημίας/υποβάθμισης του περιβάλλοντος.
Η έντονη αστικοποίηση έκανε ευάλωτα τα πυκνοκατοικημένα αστικά κέντρα σε μια ποικιλία κινδύνων. Η τουριστική βιομηχανία και οι κρίσιμες υποδομές, τα μέσα μεταφοράς κ.α, αποτελούν εύκολους στόχους τρομοκρατικών χτυπημάτων.
Παράλληλα, στον 21° αιώνα οι νέες συνθήκες της παγκοσμιοποίησης δημιουργούν πολιτισμικές, οικονομικές, κοινωνικές και πολιτικές διαταράξεις στην ομαλή λειτουργία των οργανισμών και των επιχειρήσεων. Αν και οι σύγχρονες κοινωνίες αποτελούν πρόοδο έναντι προηγούμενων μορφών και είναι αποτέλεσμα θεσμικής και οικονομικής εξέλιξης σε παγκόσμιο επίπεδο, συγχρόνως οι εστίες συγκρούσεων και κραδασμών έχουν πολλαπλασιασθεί και οι κίνδυνοι έχουν απλωθεί σε όλο τον κόσμο. Η διακινδύνευση είναι πλέον πιο «διασκορπισμένη» και  παράλληλα νέες μορφές κινδύνων έχουν αναπτυχθεί.
Συνεπώς, μπορούμε να πούμε πως η ανασφάλεια είναι πλέον παγκοσμιοποιημένη.
Αν και η έννοια του κινδύνου είναι παρούσα σε κάθε πτυχή της ζωής μας, δεν την οριοθετούμε όλοι με τον ίδιο τρόπο. Το να δοθεί ένας πλήρης ορισμός που να οριοθετεί τις έννοιες όπως ο κίνδυνος, η καταστροφή, η έκτακτη ανάγκη, η ασφάλεια κ.α, αποδεικνύεται αρκετά δύσκολο και μάλιστα έχει αποτελέσει αντικείμενο μεγάλης θεωρητικής συζήτησης λόγω της αβεβαιότητας και της πολυπλοκότητας των σύγχρονων κινδυνικών καταστάσεων που απειλούν την ανθρώπινη ασφάλεια και δρομολογούνται ολιστικές προσεγγίσεις στην εξεύρεση κοινών λύσεων και πολιτικών. Η έννοια της καταστροφής είναι ένα πρόβλημα πολύπλευρο, όπως και σημείο των καιρών αφού τα καταστροφικά φαινόμενα αυξάνουν διαρκώς με το πέρασμα των χρόνων με όλο και μεγαλύτερες επιπτώσεις, και επηρεασμό ευρύτερων χωρικών συστημάτων, αποτελώντας σημαντικό θέμα διαπραγμάτευσης των διεθνών οργανισμών και κέντρων λήψης αποφάσεων σε μια προσπάθεια δημιουργίας ενός ασφαλέστερου κόσμου.
Μόλις το 2015 στο Σεντάι είχαμε την 3η Παγκόσμια Συνδιάσκεψη του ΟΗΕ για τη μείωση του κινδύνου των Καταστροφών θέτοντας 7 στόχους –δείκτες οι οποίοι θα πρέπει να επιτευχθούν σε εθνικό επίπεδο ως εξής:
-       Μείωση ως το 2030 της μέσης θνησιμότητας από καταστροφικά συμβάντα ανά πληθυσμό σε σχέση με την περίοδο 2005-15.
-       Μείωση των ανθρώπων που επηρεάζονται από τις καταστροφές.
-       Μείωση ως το 2030 των άμεσων οικονομικών απωλειών από μια καταστροφή σε σχέση με το παγκόσμιο ΑΕΠ.
-       Σημαντική μείωση ζημιών σε κρίσιμες υποδομές και κοινωνικές υπηρεσίες, όπως η εκπαίδευση και η υγεία.
-       Αύξηση των χωρών που έχουν υιοθετήσει στρατηγικές μείωσης του κινδύνου των καταστροφών (DRR), μέχρι το 2020.
-       Ουσιαστική ενίσχυση της στήριξης και της βοήθειας προς τις αναπτυσσόμενες χώρες ώστε να ολοκληρώσουν την εφαρμογή του Πλαισίου του Sentai.
-       Αύξηση της διαθεσιμότητας διακινδυνικών συστημάτων έγκαιρης προειδοποίησης και πληροφόρησης για θέματα καταστροφών.
Ας μιλήσουμε λίγο αλληγορικά προκειμένου να κατανοήσουμε καλύτερα το πρόβλημα, σε ότι αφορά την εννοιολογική τοποθέτηση της καταστροφής.
«…Η Γη μας έχει ηλικία 4,5 δισεκατομμυρίων ετών περίπου. Σαν θηλυκό, είναι πολύ πιθανό να μας κρύβει κάμποσα από τα χρόνια της και ως εκ τούτου μπορεί να είναι λίγο μεγαλύτερη. Προβλέπεται να ζήσει άλλα τόσο χρόνια περίπου. Αν επιχειρήσουμε να μεταφέρουμε όλα τα μεγέθη του χρόνου στα ανθρώπινα όριά μας, μπορούμε να πούμε, ότι η Γη είναι ένας μεσήλικας οργανισμός 45 ετών, που προβλέπεται να ζήσει ως τα 90 έτη. Οι άνθρωποι με τη σημερινή μας μορφή περιπλανιόμαστε στη ράχη του Μεγάλου μας φορέα τις τελευταίες 4 ώρες. Η βιομηχανική επανάσταση χρειάστηκε για να συντελεστεί μόλις 60 sec, η τρύπα του όζοντος 15 sec. Σε μόλις 25 sec μειώθηκαν οι δασικές εκτάσεις κατά 30% και χρειάστηκαν μόλις 8sec για τη συσσώρευση μη ανακυκλώσιμων σκουπιδιών χωρικής έκτασης περίπου όσο η Γαλλία…Για να ολοκληρώσουμε την γεμάτη αισιοδοξία περιπλάνησή μας θα μπορούσαμε να προσθέσουμε ότι αν κάποιοι ηγέτες, ηγετίσκοι ή τέλος πάντων κάποιοι επικυριάρχοι της Γης θελήσουν να την …. εξαφανίσουν, θα χρειαστούν μόλις 0,007 του δευτερολέπτου.»
Το πρόβλημα δεν είναι μόνο ότι ο άνθρωπος ζει παρασιτικά πάνω στη γη αλλά ότι οι ρυθμοί της ανάπτυξης που ακολουθεί καταστρέφουν και τον ίδιο. Η ρίζα του προβλήματος έγκειται στην ερμηνεία του πολιτισμού και της ανάπτυξης. Στη σύγχρονη αντίληψη οι φυσικές καταστροφές δεν θεωρούνται ως ανεξάρτητο βιοφυσικό γεγονός αλλά ως κοινωνικό, αφού προκαλούνται μόνο όταν οι φυσικές διεργασίες συγκρούονται με τις ανθρώπινες δραστηριότητες (οδηγώντας κάποιους ερευνητές να χαρακτηρίζουν ακόμη και τον όρο «φυσικές» ως ψευδή ή παραπλανητικό και ότι υφίσταται μόνο για λόγους κατηγοριοποίησης των καταστροφών που στην ουσία είναι καθ’ ολοκληρίαν ανθρωπογενείς). Συνεπώς ο κίνδυνος μπορεί να ορισθεί σε σχέση με την οργάνωση των κοινοτήτων και περιορισμός των καταστροφών αποτελεί ένα πολύπλευρο κοινωνικό πρόβλημα με υποστηρικτικά μέτρα και ενέργειες σε πολλούς τομείς της οργάνωσης και ανάπτυξης των κοινοτήτων. Η βιβλιογραφία και η πρακτική πλέον υποστηρίζει μια ολοκληρωμένη προσέγγιση για την αντιμετώπιση των καταστροφών και την ασφαλή συμβίωση με τους κινδύνους, με την αυτoοργάνωση των κοινοτήτων, την αειφορική ανάπτυξη, την κοινωνική μέριμνα, ακόμη και με τις πτυχές της παγκοσμιοποίησης που οδηγούν σε κοινωνικές ανισότητες κτλ.

 

2.      Οι έννοιες του Safety & Security σε ένα καταστροφικό συμβάν

Ένα βασικό ερώτημα που συχνά καλούμαστε να απαντήσουμε είναι οι έννοιες του Safety και του Security. Η Ελληνική μετάφραση αυτών των όρων είναι ασφάλεια και για τις δύο περιπτώσεις, ωστόσο δεν πρόκειται για την ίδια έννοια. Συχνά χρησιμοποιούνται από τους ανθρώπους εναλλακτικά αντιπροσωπεύοντας μια ευρεία ποικιλία θεμάτων. Ανεξάρτητα όμως από την ατομική προσέγγιση του καθενός, καλό είναι να δούμε την Ακαδημαϊκή προοπτική του θέματος στον τομέα αυτόν.
Και οι δύο έννοιες είναι θεμελιώδους σημασίας για την επιβίωση των ανθρώπινων όντων και αποτελούν πρωταρχικές ανάγκες μετά την κάλυψη της τροφής και της στέγασης (βλ. πυραμίδα αναγκών του Maslow). Όλοι αναζητάμε την προστασία από την βία και τις φυσικές καταστροφές.  Παράλληλα, ζούμε σε τεχνολογικά προηγμένες και διασυνδεμένες κοινωνίες οι οποίες εγείρουν νέα ζητήματα και ανησυχίες στον τομέα της ασφάλειας όπως κυβερνοεγκλήματα ή τρομοκρατικές επιθέσεις.
Η έννοια του Safety χρησιμοποιείται για να περιγράψει καταστάσεις όταν οι αποκτηθείσες αξίες βλάπτονται από τυχαία ελαττώματα και λάθη. Αυτά μπορεί να είναι τεχνικά σφάλματα, οργανωτικές αποτυχίες ή δυνάμεις της φύσης.
Ένα παράδειγμα ενός προβλήματος safety είναι ενώ όταν κάποιος απολαμβάνει έναν περίπατο μια καλοκαιρινή νύχτα να χτυπηθεί από κεραυνό. Αυτό το παράδειγμα δείχνει ότι το safety αναφέρεται στην προστασία από τυχαία βλάβη. Κανένας άνθρωπος δεν είναι η αιτία που προκαλεί το πρόβλημα, αλλά το ατύχημα βλάπτει σοβαρά την υγεία και ίσως στοιχίσει και την ανθρώπινη ζωή.
Η έννοια του security συνεπάγεται κάποιον παρόμοιο μηχανισμό, δηλαδή βλάβη στις αποκτηθείσες αξίες. Η κύρια διαφορά μεταξύ των εννοιών του security και του safety βρίσκεται στην πηγή της απειλής. Στην περίπτωση του security  οι αποκτηθείσες αξίες βλάπτονται εκ προθέσεως που αναλαμβάνουν οι ανθρώπινοι παράγοντες. Ένα άτομο ή μια ομάδα ατόμων προβαίνει σε σκόπιμες ενέργειες προκαλώντας απειλή για την ασφάλεια. Το security αναφέρεται στην προστασία από σκόπιμη βλάβη. Ένα παράδειγμα είναι όταν κάποιος γίνεται θύμα ένοπλης ληστείας. Σε αυτήν την περίπτωση τα υπάρχοντα του, η φυσική ή η ψυχική του υγεία απειλείται από εσκεμμένες κακόβουλες ανθρώπινες πράξεις.
Συνεπώς, το safety αναφέρεται στην προστασία από ακούσιες προκληθείσες βλάβες ή άλλα μη επιθυμητά αποτελέσματα, ενώ το security αναφέρεται σε βλάβες  ή άλλες μη επιθυμητές εκδηλώσεις, από εκ προθέσεως ανθρώπινες ενέργειες ή ανθρώπινη συμπεριφορά. Στην ουσία και οι δύο έννοιες αφορούν δυνητική ή πραγματική ζημία στις αποκτηθείσες αξίες. Αυτές μπορεί να είναι η υγεία, η ιδιοκτησία, οι πολιτιστικές παραδόσεις κτλ. Η κύρια διαφορά μεταξύ του safety και του security έγκειται στη φύση της απειλής, δηλαδή “εκ προθέσεως” έναντι “μη εκ προθέσεως”.
Για παράδειγμα, το πυρηνικό ατύχημα στη Φουκουσίμα στην Ιαπωνία το 2011. Ένας σεισμός οδήγησε σε τσουνάμι που προκάλεσε πυρηνική κατάρρευση. Η πτυχή του Safety μπορεί να είναι προφανής εδώ, όπου ακούσια φυσικά φαινόμενα προκάλεσαν βλάβη στο πυρηνικό εργοστάσιο και απείλησαν τη δημόσια υγεία. Ωστόσο, δεν μπορούμε να παραβλέψουμε τον ανθρώπινο παράγοντα. Η πτυχή του security είναι ο ανθρώπινος παράγοντας, όπως οι τεχνικοί και οι κρατικοί αξιωματούχοι, αναλαμβάνοντας εν μέρει σημαντικές ενέργειες που συνέβαλαν στην πορεία των γεγονότων.
Από τα ανωτέρω είναι σαφές ότι η εστίαση της προσοχής μας θα πρέπει να γίνεται τόσο σε ζητήματα που αφορούν στο safety όσο και στο security, προκειμένου να κατανοηθεί πλήρως και να αντιμετωπιστεί αποτελεσματικά ένα καταστροφικό συμβάν.


3.      Ο Ρόλος του Ιδιωτικού Τομέα – ΣΔΙΤ

Όπως ήδη έχει διαπιστωθεί, μετά από ένα μεγάλο καταστροφικό συμβάν, οι τοπικοί δημόσιοι πόροι θα συγκλονιστούν στην προσπάθεια αντιμετώπισης των καταστάσεων έκτακτης ανάγκης που αυτό δημιουργεί. Παρόλο που θα εφαρμοστούν συμφωνίες αμοιβαίας βοήθειας θα εξακολουθήσουν να υπάρχουν τεράστιες ανάγκες. Στην αντιμετώπιση των καταστροφών οι κρατικοί μηχανισμοί δυσκολεύονται όλο και περισσότερο να ανταπεξέλθουν αποκλειστικά και με επιτυχία στις αυξανόμενες απαιτήσεις παρέμβασης. Είτε σε εθνικό είτε σε διεθνές επίπεδο, ο όγκος των απαιτήσεων για βοήθεια κάθε είδους φαίνεται να ξεπερνάει τις εκάστοτε κρατικές δυνατότητες είτε σε πραγματική βάση, είτε στο μέτρο των πραγμάτων που διατίθενται σ' αυτό τον τομέα.
Οι επιχειρήσεις μπορούν να παράσχουν σημαντικούς πόρους και υπηρεσίες για να συμπληρώσουν τις κρατικές προσπάθειες. Το κλειδί για την αποτελεσματική αντιμετώπιση και διαχείριση της έκτακτης ανάγκης θεωρείται πλέον η οικοδόμηση σχέσεων μέσω συνεργασίας και προγραμματισμού με ιδιωτικές επιχειρήσεις και οργανισμούς.
Ο ιδιωτικός τομέας είναι πιθανόν να είναι η πρώτη γραμμή άμυνας κατά της επόμενης ανθρωπογενούς ή φυσικής καταστροφής. (Οι πρώτοι ανταποκριτές σε μια ανθρωπογενή ή φυσική καταστροφή είναι σίγουρα πολίτες).
Ο ρόλος του ιδιωτικού τομέα στον προγραμματισμό και στην αντιμετώπιση των καταστροφών είναι απαραίτητος γιατί κατέχει και λειτουργεί τη συντριπτική πλειοψηφία της εθνικής και τοπικής υποδομής και βασικών πόρων.
Εξάλλου πέραν του γεγονότος ότι η απειλή για μια επιχειρησιακή κρίση από μια καταστροφή είναι πάρα πολύ υψηλή, τα μέλη του ιδιωτικού τομέα φαίνεται ότι έχουν συμφέρον να στηρίξουν την κοινότητά τους λαμβάνοντας ότι «καμία επιχείρηση δεν μπορεί να αναπτυχθεί βιώσιμα σε ένα φτωχό και επικίνδυνο δημόσιο περιβάλλον». Η ετοιμότητα, τόσο εσωτερικά όσο και εξωτερικά, αυξάνει την εταιρική αξία.
Η εσωτερική ασφάλεια και η εθνική ετοιμότητα αρχίζει συχνά με τον ιδιωτικό τομέα.
Οι απόψεις που θεωρούν ότι η ιδιωτική παρέμβαση είναι η απάντηση στα τεράστια κοινωνικά προβλήματα που το κράτος αδυνατεί να επιλύσει και της αγοράς να υιοθετήσει και νέες αξίες πέραν του κέρδους αποτελεί μια λανθασμένη στρατηγική (πολιτική) προσέγγιση, καταδικασμένη σε αποτυχία. Παράλληλα αποτελεί και μια επικίνδυνη ιδεολογική προσέγγιση, καθώς αποσκοπεί στην αλλαγή της φύσης της πολιτικής αντιπαράθεσης από τη δημόσια στην ιδιωτική σφαίρα. Τη μετατόπιση της κρατικής ευθύνης προς τους πολίτες και τις ιδιωτικές πρωτοβουλίες. Ο ιδιωτικός τομέας δεν πρέπει να έχει ανταγωνιστική σχέση με το κράτος, ούτε να αποτελεί υποκατάστατό του, αλλά αντιθέτως να λειτουργεί σε αυτόνομη συνεργασία με αυτό.
Στη βιβλιογραφία είναι πολλοί οι ερευνητές που υποστηρίζουν ότι οποιοσδήποτε κυβερνητικός προγραμματισμός ή απόκριση που δεν καλύπτει επαρκώς τον ρόλο του ιδιωτικού τομέα σε οποιαδήποτε απόκριση ή ανάκτηση από ένα καταστροφικό συμβάν είναι καταδικασμένη να αποτύχει. Αυτό δεν πρέπει να αποτελεί έκπληξη για όλους όσους είδαν πολλές καταστροφές οι οποίες έπληξαν τον κόσμο τις τελευταίες δεκαετίες, είτε πρόκειται για τρομοκρατικές επιθέσεις, τυφώνες σεισμούς, πλημμύρες, πυρκαγιές κτλ.
Ο ιδιωτικός τομέας διαδραματίζει ουσιαστικό ρόλο στην ταχεία αποκατάσταση των εμπορικών δραστηριοτήτων και των επιχειρήσεων ζωτικής σημασίας υποδομών, των περιορισμό των συνεπειών, τη βελτίωση της ποιότητας της ζωής και την επιτάχυνση της ανάκαμψης. Η ετοιμότητα του ιδιωτικού τομέα δεν είναι πολυτέλεια είναι το κόστος της επιχειρηματικής δραστηριότητας μέσα στην σύγχρονη πολυκινδυνική πραγματικότητα.
Οι Συμπράξεις Δημοσίου και Ιδιωτικού τομέα ΣΔΙΤ δεν είναι νέα φαινόμενα. Ωστόσο, εξακολουθεί να εμφανίζεται η ιδιαίτερη σημασία τους στον τομέα της εθνικής ασφάλειας και της διαχείρισης έκτακτων περιστατικών.
Η αναγνώριση ότι ο ιδιωτικός τομέας μπορεί να διαδραματίσει σημαντικό ρόλο στην εθνική ασφάλεια και τη διαχείριση της κατάστασης έκτακτης ανάγκης διατυπώθηκε σε νομικά κείμενα άλλων χωρών και μόλις έμμεσα στο εθνικό μας δίκαιο.
Το Εθνικό Πλαίσιο Απόκρισης στις ΗΠΑ (National Response Framework/NRF) σε ομοσπονδιακό επίπεδο έχει ήδη αρχίσει να ενσωματώνει τον ιδιωτικό τομέα στις ικανότητες αντιμετώπισης όλων των κινδύνων, αναγνωρίζοντας ότι η κυβέρνηση δεν διαθέτει πόρους να χειριστεί κάθε έκτακτη κατάσταση ανάγκης και συνεπώς πρέπει να συνεργαστεί με τον ιδιωτικό τομέα, αναθέτοντας ευθύνες όσον αφορά την ετοιμότητα, τον μετριασμό, την απόκριση και την ανάκαμψη.
Περαιτέρω και πολλές κυβερνητικές στρατηγικές ενσωματώνουν τον ιδιωτικό τομέα, όπως το Στρατηγικό Σχέδιο Ασφαλείας της Βιρτζίνιας (Virginia's Secure Commonwealth Initiative Strategic Plan /SCISP), το 2005 το οποίο απαιτεί από το κράτος και τις τοπικές κοινότητες να συντονίζουν με τον ιδιωτικό τομέα, τον προγραμματισμό, την επικοινωνία, την ανάπτυξη πολιτικής, την ανταλλαγή πληροφοριών, τα συστήματα ειδοποιήσεων, τη συμμετοχή στο Κέντρο Επιχειρήσεων Έκτακτης Ανάγκης και τη διατήρηση ισχυρών συνεργατικών σχέσεων.
Η αναγνώριση ότι ο ιδιωτικός τομέας μπορεί να διαδραματίσει σημαντικό ρόλο στην εθνική ασφάλεια και τη διαχείριση της έκτακτης ανάγκης διατυπώθηκε στις ΗΠΑ και στην Εθνική Στρατηγική για την Εγχώρια Ασφάλεια το 2002 και επαναλαμβάνεται στην προεδρική οδηγία Εσωτερικής Ασφάλειας (HSPD #5) το 2003. Το 2007 το Συμβούλιο Εσωτερικής Ασφάλειας με αφορμή τον τυφώνα Κατρίνα αναγνωρίζει ότι η ευθύνη για την αντιμετώπιση των καταστροφικών συμβάντων μοιράζεται μεταξύ των ομοσπονδιακών, κρατικών, τοπικών κυβερνήσεων, των ιδιωτικών και μη κερδοσκοπικών τομέων των κοινοτήτων και πολιτών που καταβάλλουν κοινές προσπάθειες, σε συνεργατικό πλαίσιο, οι οποίες πρέπει να συνεχίσουν να επιτυγχάνουν μια ισχυρή ολοκληρωμένη εθνική προσέγγιση. Οι τομεακές ευθύνες που ανατίθεται στον ιδιωτικό τομέα  σύμφωνα με το NRF έχουν ως εξής:
-       Προγραμματισμός για την προστασία των εργαζόμενων των υποδομών και των εγκαταστάσεων.
-       Σχεδιασμός για την προστασία των πληροφοριών και τη συνέχεια των επιχειρηματικών δραστηριοτήτων.
-       Προγραμματισμός, αντίδραση και ανάκτηση από συμβάντα που επηρεάζουν την υποδομή και τις εγκαταστάσεις.
-       Συνεργασία με τις αρμόδιες υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης πριν από το συμβάν για να διαπιστωθεί ποια βοήθεια μπορούν και πως μπορούν να την παρέχουν.
-       Ανάπτυξη και σχεδίων έκτακτης ανάγκης – ασκήσεις –αξιολόγηση.
-       Θέσπιση συμφωνιών αμοιβαίας βοήθειας για παροχή ειδικών ικανοτήτων αντιμετώπισης, ευαισθητοποίηση κοινού κατά τη διάρκεια της αντίδρασης και καθόλη τη διαδικασία ανάκτησης
Οι υφιστάμενες συμπράξεις δημοσίου – ιδιωτικού τομέα που επικεντρώνονται στην ετοιμότητα και την απόκριση σε καταστάσεις έκτακτης ανάγκης διαφέρουν. Ορισμένες από αυτές υφίσταται εδώ και χρόνια όπως για παράδειγμα με τον Ερυθρό Σταυρό ο οποίος ασχολείται με την ανακούφιση από καταστροφές και συνεργάζεται με το δημόσιο τομέα για την παροχή πόρων και υπηρεσιών.
Ενώ, στη βιβλιογραφία είναι σαφές ότι υπάρχει ανάγκη για τέτοιες συνεργασίες ο καθορισμός του τρόπου διεκπεραίωσης του έργου δεν είναι σαφής.
Στο εθνικό μας πλαίσιο περί Πολιτικής Προστασίας και συναφών νομοθετημάτων, ο ρόλος του ιδιωτικού τομέα αναφέρεται μόνο έμμεσα κυρίως ως προς την παροχή πληροφοριών και υποστηρικτικών δράσεων ΕΟ ή εντός της εγκατάστασης ενός οργανισμού ή μιας επιχείρησης.
Συνολικά, η μέχρι στιγμής αναθεωρημένη βιβλιογραφία υποδηλώνει ότι τα οφέλη από τις συμπράξεις δημοσίου και ιδιωτικού τομέα ενδεχομένως αντισταθμίζουν τις προκλήσεις. Ωστόσο, μέχρι στιγμής έχει ανακαλυφθεί ελάχιστη έρευνα που σχετίζεται με την οικοδόμηση εταιρικής σχέσης στη διαχείριση των εκτάκτων αναγκών μεταξύ των εμπλεκόμενων δημόσιων οργανισμών και των οργανισμών του ιδιωτικού τομέα. Οι ικανότητες, τα περιουσιακά στοιχεία και η καλή θέληση του ιδιωτικού τομέα για την ενίσχυση της ασφάλειας και τη διαχείριση των καταστάσεων έκτακτης ανάγκης παραμένουν σε μεγάλο βαθμό αναξιοποίητα.
Στο παρελθόν έχουν αναφερθεί αρκετές περιπτώσεις κυρίως σε ότι αφορά την παροχή πόρων από τον ιδιωτικό τομέα (τυφώνα Κατρίνα, το τσουνάμι στην Νότια Ασία το 2004 κτλ). Ωστόσο, οι προσπάθειες απόκρισης του ιδιωτικού τομέα δεν έτυχαν ανάλογων συντονισμένων προσπαθειών αξιοποίησης και ορθών πρακτικών διαχείρισης από τους εθνικούς οργανισμούς έκτακτης ανάγκης.

 

4.      Κρίσιμες Υποδομές

Η οικονομική και φυσική ασφάλεια από ένα καταστροφικό συμβάν εξαρτάται σε πολύ μεγάλο βαθμό από την αποτελεσματική λειτουργία και προστασία των κρίσιμων υποδομών. Ως Κρίσιμες Υποδομές ορίζονται φυσικά και περιουσιακά στοιχεία, δίκτυα και οργανισμοί τόσο ζωτικά που η βλάβη, η διακοπή ή η καταστροφή τους θα είχε εξασθενητικό χαρακτήρα και επιπτώσεις για την ασφάλεια εθνική, οικονομική, δημόσια υγεία ή οποιοσδήποτε συνδυασμός των θεμάτων αυτό.
Αυτό που κάνει ορισμένα συστήματα και περιουσιακά στοιχεία «κρίσιμα» είναι σχεδόν αυτονόητο. Οι κρατικές αρχές έχουν καταρτίσει διάφορους καταλόγους τομέων που καλύπτουν τον ορισμό αυτό. Για παράδειγμα, είναι σχεδόν αυτονόητες οι δυσλειτουργίες που θα μπορούσαν να προκληθούν σε περίπτωση που ένας σεισμός προκαλέσει βλάβη σε σταθμούς ηλεκτροπαραγωγής, νοσοκομεία, αεροπορικά συστήματα μεταφορών, λιμένων χρηματοοικονομικά δίκτυα (συμπεριλαμβανόμενων των ΑΤΜ, πιστωτικές κάρτες κτλ), τηλεπικοινωνιών, διαδικτύου κλπ.
Η προστασία των κρίσιμων υποδομών στις ΗΠΑ τελεί υπό την κατεύθυνση, τον συντονισμό και την εποπτεία του Κογκρέσου, ενώ αναδυόμενα νομικά πρότυπα με βάση προηγούμενες απειλές συζητούνται.
Στη χώρα μας το θεσμικό πλαίσιο για τις κρίσιμες υποδομές βρίσκεται ακόμη στη διαδικασία προσδιορισμού και αξιολόγησης των ευρωπαϊκών υποδομών ζωτικής σημασίας. Ωστόσο, σε συναφή νομοθετήματα εντοπίζονται διακεκριμένες σχετικές ρυθμίσεις που αφορούν τις κρίσιμες υποδομές όπως είναι η οδηγία SEVESO III που αναφέρεται σε ιδιωτικές βιομηχανικές εγκαταστάσεις, όπου ρυθμίζονται θέματα για την αντιμετώπιση των κινδύνων μεγάλων ατυχημάτων σχετιζομένων με επικίνδυνες ουσίες και θεσπίζονται κανόνες, μέτρα, όροι και διαδικασίες που αποσκοπούν στην πρόληψη των ατυχημάτων μεγάλης έκτασης και στον περιορισμό των συνεπειών τους στη δημόσια υγεία και στο περιβάλλον. Στο νόμο περί υγείας και ασφάλειας στην εργασίας δίνονται επίσης βασικές κατευθύνσεις που πρέπει να τηρούνται από όλες τις επιχειρήσεις (μεταξύ των οποίων και οι κρίσιμες υποδομές ή υποδομές ζωτικής σημασίας) για λήψη μέτρων προστασίας έναντι ενός καταστροφικού συμβάντος (πχ λήψη μέτρων πυρασφάλειας, κατάρτιση σχεδίων εκκένωσης).
Αν και καταγράφονται βελτιώσεις ο ρόλος του ιδιωτικού τομέα στην προστασία των υποδομών ζωτικής σημασίας παραμένει σε μεγάλο βαθμό “εθελοντική”. Και ενώ οι κρατικοί φορείς είναι σε καλύτερη θέση να αξιολογήσουν πιθανές απειλές και να καθορίσουν τα αποδεκτά επίπεδα κινδύνου μέσω της αρχής του ALARP λαμβάνοντας υπόψη ότι η απόλυτη ασφάλεια δεν είναι δυνατόν να επιτευχθεί, οι βιομηχανίες από την άλλη μεριά, είναι σε καλύτερη θέση να αναγνωρίσουν τις δικές τους ευπάθειες και να συστήσουν στρατηγικές μείωσης τρωτότητας και λήψης προστατευτικών μέτρων, μέσω ενός ολοκληρωμένου σχεδίου επιχειρησιακής συνέχειας το οποίο θα συντονίζει καλύτερα σε συνεργασία με τις κρατικές αρχές. Παράλληλα, ιστορικά, ο ιδιωτικός τομέας παρουσιάζει μεγάλη διστακτικότητα να μοιράζεται ευαίσθητες πληροφορίες που αφορούν την επιχείρησή του με τους κρατικούς οργανισμούς, λόγω απουσίας προστασίας αυτών των πληροφοριών.
Οι προσπάθειες του δημοσίου πρέπει να επικεντρωθούν στην ενθάρρυνση του ιδιωτικού τομέα και στην ανάδειξη του ζωτικού του ρόλου στην αποστολή του για την προστασία των κρίσιμων υποδομών, επενδύοντας ουσιαστικά σε αυτό. Συγκεκριμένες κρατικές υπηρεσίες θα πρέπει να συνεργάζονται στενά με τον ιδιωτικό τομέα και να ενθαρρύνεται η συνεργασία αυτή, προκειμένου να διασφαλίζεται ότι η ασφάλεια που παρέχεται είναι επαρκής για την αντιμετώπιση μιας κατάστασης έκτακτης ανάγκης.



5.      Ο Ρόλος των Στελεχών της Ιδιωτικής Ασφάλειας στην αντιμετώπιση της Έκτακτης Ανάγκης

 5.1.Ιδιωτικές Επιχειρήσεις Παροχής Υπηρεσιών Ασφαλείας
Γενικά οι Ιδιωτικές Εταιρείες Ιδιωτικής Ασφάλειας/ΙΕΠΥΑ είναι εγγεγραμμένες πολιτικές εταιρίες που ειδικεύονται στην παροχή συμβολαίων εμπορικών υπηρεσιών με στόχο την προστασία του προσωπικού και των περιουσιακών στοιχείων από απρόβλεπτους ή εσκεμμένους κινδύνους.
Ως Ιδιωτικό Προσωπικό Παροχής Υπηρεσιών Ασφάλειας ορίζεται ο εργαζόμενος του ιδιωτικού τομέα που αναλαμβάνει να επιτηρεί και να ελέγχει με κάθε σύννομο μέσο και τρόπο, υλικά και άυλα αγαθά και αξίες με σκοπό την ελαχιστοποίηση των πάσης φύσεως κινδύνων.
Όπως ήδη ειπώθηκε ο ιδιωτικός τομέας πλέον αναγνωρίζεται ως σημαντικός παράγοντας στην αντιμετώπιση μιας έκτακτης κατάστασης ανάγκης. Παράλληλα, η ιδιωτική βιομηχανία ασφάλειας συνεχίζει να επεκτείνεται σε μέγεθος και πεδίο εφαρμογής. Τα καθήκοντα ιδιωτικής ασφάλειας επεκτείνονται και γίνονται όλο και πιο διαφορετικά με ρόλους που παραδοσιακά εκτελούνταν από οργανισμούς του δημοσίου τομέα συμπεριλαμβανόμενου της αντιμετώπισης των περιστατικών έκτακτης ανάγκης.
Ο αυξανόμενος αριθμός τρομοκρατικών επιθέσεων και φυσικών καταστροφών στον κόσμο, η συρρίκνωση των κυβερνητικών προϋπολογισμών, η τάση για εξάρτηση από τις αγορές και η ιδιωτική παροχή κυβερνητικών υπηρεσιών, ο αυξανόμενος αριθμός κλήσεων σε αριθμούς έκτακτης ανάγκης, οι κανονισμοί που απαιτούν πρόσθετη ασφάλεια, η έκθεση σε νομική ευθύνη και η κακή δημοσιότητα, είναι μόνο μερικούς από τους λόγους που έχουν οδηγήσει σε πρόσθετη ζήτηση ιδιωτικής ασφάλειας.
Σημαντικό πεδίο δραστηριοποίησης των ιδιωτικών επιχειρήσεων παροχής υπηρεσιών ασφαλείας είναι οι κρίσιμες υποδομές όπου οι υπηρεσίες ασφαλείας που παρέχονται είναι στην πλειοψηφία τους ιδιωτικές και σχεδόν καθ’ ολοκληρία η προστασία τους έχει ανατεθεί μέσω συμβάσεων σε Ιδιωτικές Επιχειρήσεις Παροχής Υπηρεσιών Ασφαλείας.



5.2.Βέλτιστες πρακτικές στον τομέα των ΣΔΙΤ για την προστασία της ζωτικής σημασίας υποδομής

Στη βιβλιογραφία αναγνωρίζονται κάποια χαρακτηριστικά παραδείγματα αποδοτικών δημόσιων – ιδιωτικών εταιρικών σχέσεων αναφορικά με την προστασία των κρίσιμων υποδομών. Για παράδειγμα, αναφέρεται το Project Griffin που εισήχθη αρχικά από την αστυνομία της πόλης του Λονδίνου (το 1994) και την Μητροπολιτική Αστυνομία τον Απρίλιο του 2004 για να βοηθήσει τον «χρηματοπιστωτικό τομέα του Λονδίνου να προστατευθεί καλύτερα από τρομοκρατικές απειλές» και από τότε έχει εξαπλωθεί στις επιχειρήσεις και τις υπηρεσίες ασφαλείας ως ένα τρόπος πρόληψης, τα «μάτια και τα αυτιά της αστυνομίας», για την προετοιμασία για κάθε σοβαρή έκτακτη ανάγκη. Στόχος του προγράμματος είναι να συγκεντρώσει όχι μόνο την αστυνομία και την ιδιωτική βιομηχανία ασφάλειας,  αλλά και την πυροσβεστική, την υπηρεσία των ασθενοφόρων καθώς και άλλες κυβερνητικές υπηρεσίες. Από την ίδρυσή του το πρόγραμμα έχει εξαπλωθεί στο Ηνωμένο Βασίλειο, την Αυστραλία, τον Καναδά, τη Σιγκαπούρη, τη Νότια Αφρική και τις ΗΠΑ.
 Το έργο αυτό αποτελείται από τέσσερις βασικές δραστηριότητες:
-       Εκπαίδευση και ευαισθητοποίηση των ιδιωτικών αξιωματικών ασφαλείας που παρέχεται από την τοπική αστυνομία με επίκεντρο την αναγνώριση και την απόκριση σε πιθανές ύποπτες δραστηριότητες όπως τρομοκρατικές ενέργειες και επιτήρηση πιθανών στόχων.
-       Διαδικτυακά μαθήματα επιμόρφωσης που διατηρούν το ενδιαφέρον και τις δεξιότητες των συμμετεχόντων και επιτρέπουν την τυπική διαπίστευση.
-       Τακτική επικοινωνία μεταξύ της αστυνομίας και των ιδιωτικών αξιωματούχων ασφαλείας, με τηλεδιάσκεψη, sms, e-mail, προκειμένου να εξασφαλίζεται επίσης και ότι οι εκθέσεις των περιστατικών διαδίδονται με έναν έγκαιρο τρόπο.
-       Αναπτύξεις έκτακτης ανάγκης, δηλαδή αξιωματούχοι της ιδιωτικής ασφάλειας που έχουν καταρτιστεί μέσω του προγράμματος Griffin, μπορούν να χρησιμοποιηθούν από την αστυνομία για την απόκριση σε περιστατικά.
Ένα άλλο παράδειγμα αφορά σε Γερμανικές πόλεις όπου οι εταιρίες ιδιωτικής ασφάλειας μοιράζονται με την αστυνομία τις πληροφορίες που συγκεντρώνουν για τις κρίσιμες υποδομές (σχέδια, περιπολίες, ύποπτα πρόσωπα και οχήματα) για πιθανή αξιολόγηση. Στην Ισπανία οι αξιωματικοί της ιδιωτικής ασφάλειας αναγνωρίζονται ως πολύτιμος πόρος για την προστασία των κρίσιμων υποδομών. Συμβατική υποχρέωση των επιχειρήσεων αποτελεί η καταχώρηση των υπογεγραμμένων συμβάσεων στην αστυνομία, συμπεριλαμβανόμενου του εμπλεκόμενου προσωπικού και των παρεχόμενων υπηρεσιών. Επίσης, έχει συσταθεί ένας 24ωρος τηλεφωνικός αριθμός αποκλειστικά για την επικοινωνία με τις εταιρίες ιδιωτικής ασφάλειας.



5.3.Η Περιπτωσιολογική Μελέτη του Παγκόσμιου Κέντρου Εμπορίου, 11/9/2001

Η τρομοκρατική επίθεση στο Παγκόσμιο Κέντρο Εμπορίου στις Ηνωμένες Πολιτείες στις 11 Σεπτεμβρίου 2001 ξύπνησε σε ολόκληρο τον κόσμο την ανάγκη για ασφάλεια που φαινόταν να είχε εξαφανισθεί μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου.
Παρά τη μακρά ιστορία της, είναι συχνά δύσκολο να ορισθεί η έννοια της τρομοκρατίας, που προκαλείται από τον άνθρωπο. Τα διαφορετικά άτομα και επιστημονικοί κλάδοι τείνουν να χρησιμοποιούν διαφορετικούς ορισμούς από τις δικές τους οπτικές γωνίες. Ένας πιθανός λόγος που εντοπίστηκε για το θέμα αυτό είναι επειδή «η τρομοκρατία είναι ένα πολιτικό αλλά και ένα νομικό και στρατιωτικό ζήτημα». Δεν είναι απαραίτητο σε αυτή την παρουσίαση να εξετάσουμε τους διαφόρους ορισμούς της τρομοκρατίας, που η βιβλιογραφία μας δίνει. Ωστόσο, είναι απαραίτητο να δώσουμε έναν τυπικό ορισμό για την περαιτέρω συζήτηση. Από τη σκοπιά της διαχείρισης της ασφάλειας η τρομοκρατία μπορεί να ορισθεί ως «μορφή μιας πολιτικής ή εγκληματικής βίας που χρησιμοποιεί στρατιωτικές τακτικές για να αλλάξει τη συμπεριφορά μέσω του φόβου».




Η εκκένωση και η επείγουσα αντίδραση του Παγκόσμιου Κέντρου Εμπορίου στις 11/9/2001 αποτέλεσε μια μοναδική ευκαιρία για την έρευνα της αποτελεσματικότητας της αντιμετώπισης μιας κατάστασης έκτακτης ανάγκης από την ιδιωτική ασφάλεια, καθώς εκατοντάδες αντιπρόσωποι του δημοσίου και ιδιωτικού τομέα εργάστηκαν δίπλα – δίπλα. Ως εκ τούτου υπήρξε η ευκαιρία να εξετασθεί η αποτελεσματικότητα της ιδιωτικής ασφάλειας σε περιπτώσεις έκτακτης ανάγκης από την πλευρά των πρώτων ανταποκριτών του δημοσίου τομέα (αστυνομία, πυροσβεστική, ιατρικές υπηρεσίες κτλ) και τα αποτελέσματα υπήρξαν εξαιρετικά. Στις 11/9/2001, 42 ιδιωτικοί υπάλληλοι ασφαλείας σκοτώθηκαν βοηθώντας στην σωτηρία χιλιάδων ανθρώπων. Οι σχετικές μελέτες έδειξαν ότι οι ιδιωτικοί υπάλληλοι ασφαλείας ήταν ήρωες, εργάστηκαν και πέθαναν μαζί με το προσωπικό έκτακτης ανάγκης. Το έκαναν με πολύ λιγότερη αναγνώριση για πολύ μικρότερη αμοιβή. Έκαναν την δουλειά τους με αξιοθαύμαστο τρόπο πάρα το γεγονός ότι ήταν χαμηλόμισθοι, υποεκτιμημένοι εργαζόμενοι. Ο ρόλος των ιδιωτικών υπαλλήλων ασφαλείας είναι ένα ζήτημα που δεν είναι καλά κατανοητό. Στη Νέα Υόρκη αποτέλεσε ζήτημα δημόσιας συζήτησης όταν το 2005, το δημοτικό συμβούλιο εξέδωσε την εξής ανακοίνωση: «οι ιδιωτικοί αξιωματικοί ασφαλείας έδειξαν μεγάλο θάρρος και επαγγελματισμό, καθώς διακινδύνευσαν τη ζωή τους για να διατηρήσουν την τάξη, να εκκενώσουν και να βοηθήσουν στη διάσωση ζωών».



5.4.Δήλωση του προβλήματος

Αν και, η έρευνα στον τομέα της ιδιωτικής ασφάλειας για την αποτελεσματικότητα της αντιμετώπισης των καταστάσεων έκτακτης ανάγκης παραμένει περιορισμένη, η ανάλυση, η σύνθεση και η αξιολόγηση των δεδομένων υποδεικνύει ότι οι ιδιωτικές εταιρείες ασφαλείας βοηθούν στην κάλυψη ενός σημαντικού ρόλου υποστήριξης σε επείγοντα περιστατικά μεγάλης κλίμακας. Οι υπεύθυνοι ασφαλείας του ιδιωτικού τομέα θεωρείται ότι διαδραματίζουν βασικό ρόλο στην απόκριση σε μια κατάσταση έκτακτης ανάγκης που απαιτεί άμεση αντίδραση από εκπαιδευμένο προσωπικό. Είναι πανταχού παρόντες προκειμένου να αντιμετωπίσουν μια απειλή. Εξυπηρετούν τη γεφύρωση του χρόνου από τη στιγμή που ένα περιστατικό συμβαίνει μέχρι την άφιξη περισσότερων ανταποκριτών του δημόσιου τομέα. Ειδικά η περίοδος αμέσως μετά από ένα καταστροφικό συμβάν μπορεί να χαρακτηρισθεί από ελλιπή συντονισμό, και «κενό εξουσίας» ενώ παράλληλα ένας μεγάλος αριθμός ανθρώπων-πολιτών αυτοοργανώνεται προκειμένου να αντιμετωπίσει προφανείς ανάγκες. Οι υπάλληλοι των υπηρεσιών ασφαλείας μπορεί να είναι ένας σημαντικός πόρος σε ανθρώπινο δυναμικό, με δεξιότητες και ικανότητες και παράλληλα μπορούν να παράσχουν πολύτιμες πληροφορίες σχετικά με τις δημιουργηθείσες ανάγκες σε ένα καταστροφικό συμβάν. Η βοήθειά τους είναι σημαντική γιατί δύναται να παρέχεται από άτομα που εργάζονται στα σημεία που επλήγησαν είτε άμεσα είτε έμμεσα από ένα καταστροφικό συμβάν και να ενισχύσουν το προσωπικό έκτακτης ανάγκης με βασικές δεξιότητες και δραστηριότητες υποστήριξης, επιτρέποντάς τους να εστιάσουν στην εξειδικευμένη δουλειά κατά τις προσπάθειες απόκρισης.
Οι ιδιωτικοί φύλακες ασφαλείας το πιθανότερο είναι ότι θα ανταποκριθούν στις ανάγκες που θα κατανοήσουν ότι υπάρχουν. Η βιβλιογραφική έρευνα αποκαλύπτει ότι η πρόβλεψη για το ποιος θα παρέχει βοήθεια μετά από μια καταστροφή είναι δύσκολη. Η εγγύτητα με το χώρο της καταστροφής και η προσωπική ταύτιση με τα θύματα δύναται να αυξήσει την πιθανότητα εμπλοκής. Πολλοί άνθρωποι ανταποκρίνονται αυθόρμητα στον κίνδυνο ή την ανάγκη που οι ίδιοι αντιλαμβάνονται ότι υπάρχει. Ωστόσο, η βοήθεια που θα παρέχουν δίνεται με βάση την ατομική τους κρίση την εμπειρία τους και την στενή άποψη για το περιστατικό και τα γεγονότα που λαμβάνουν χώρα. Αυτό μπορεί να οδηγήσει σε ζητήματα υγείας και ασφάλειας, αφού μπορεί να θέσουν τον εαυτό τους και τους άλλους σε περαιτέρω κινδυνικές καταστάσεις, να προκαλέσουν σύγχυση κτλ.
Δυστυχώς και στη χώρα μας σε ότι αφορά την ανάπτυξη του ιδιωτικού τομέα ασφάλειας παρατηρείται μία χρόνια έλλειψη των απαραίτητων νομικών και κανονιστικών ρυθμίσεων. Παράλληλα, υπάρχουν “τοιχεία” από ένα πολύ γνωστό στερεότυπο ότι οι κρατικές δυνάμεις δύναται να είναι οι μόνοι πάροχοι ασφάλειας στην κοινωνία. Η συμβατική σοφία είναι ότι η ασφάλεια είναι δημόσιο αγαθό και ότι πρέπει να παρέχεται από δημόσιες υπηρεσίες επιβολής του νόμου και της τάξης. Αυτές οι αντιλήψεις καταρχάς εγκαθιδρύουν τις πρώτες σοβαρές και ουσιαστικές ελλείψεις στη συνεργασία μεταξύ των κρατικών δυνάμεων και των ιδιωτικών εταιριών ασφαλείας.
Το ερώτημα σε ότι αφορά την πολιτική προστασία και την αντιμετώπιση των έκτακτων αναγκών δεν είναι εάν η αυξανόμενη ζήτηση της προσφοράς της ιδιωτικής ασφάλειας αποτελεί υποκατάστατο ή συμπλήρωμα των δημόσιων υπηρεσιών, αλλά αν απαιτείται μεγαλύτερη εμπιστοσύνη και σχέσεις συνεργασίας και ποια είναι τα θέματα που πρέπει να ρυθμιστούν για να επιτευχθούν αυτές οι σχέσεις. Στις ακαδημαϊκές αναφορές, οι μελέτες σχετικά με τον ρόλο των ιδιωτικών στελεχών - σχεδόν αποκλειστικά - φιλοξενούνται σε εγκληματολογικές συζητήσεις θεωρούμενες ως συστατικό μέρος ή προσάρτημα στις αστυνομικές δυνάμεις και σε κάποιες περιπτώσεις ως ιδιωτική αστυνομία, σε αντικατάσταση των αστυνομικών οργάνων λόγω της αδυναμίας τους να παρέχουν αξιόπιστη δημόσια ασφάλεια για την επιβολή του νόμου και της τάξης. Στη λαϊκή κουλτούρα που διαμορφώνεται από τις κινηματογραφικές ταινίες συχνά αντιμετωπίζονται ως ένα περιθωριακό και αναλώσιμο είδος που συχνά οι φύλακες ασφαλείας είναι αυτοί που πρώτοι και εύκολα πεθαίνουν. Ίσως, γιατί είναι άοπλοι και συχνά ξεχνιέται ότι είναι εκπαιδευμένοι ή τουλάχιστον πρέπει να είναι, και ήρωες όταν οι περιστάσεις το απαιτήσουν. Παράμετροι όπως ότι:
-       δεν είναι μόνιμοι και σταθεροί υπάλληλοι μιας επιχείρησης και δεν λαμβάνουν γνώση του σχεδίου έκτακτης ανάγκης και εκκένωσης,
-       δεν λαμβάνουν μέρος σε κοινές ασκήσεις εκκένωσης και οι αντιδράσεις τους την στιγμή της έκτακτης ανάγκης επαφίενται αποκλειστικά και μόνο στην καλή τους εκπαίδευση και κυρίως διάθεση,
-       δεν έχουν καθορισμένα καθήκοντα και στόχους σε ότι αφορά την αντίδραση της έκτακτης κατάστασης ανάγκης μετά από ένα καταστροφικό συμβάν,
-       δεν λαμβάνεται υπόψη η διαλειτουργικότητα που απαιτείται να αναπτυχθεί με το προσωπικό άλλων τομέων πχ τεχνικούς ασφαλείας, προσωπικό έκτακτης ανάγκης,
είναι μόνο μερικοί από αυτούς που συμβάλουν στην επίδραση της συνολικής αποτελεσματικότητας της αντιμετώπισης των εκτάκτων αναγκών από το προσωπικό ασφαλείας του ιδιωτικού τομέα. 
Η ιδιωτική βιομηχανία ασφάλειας έχει αρκετά συστημικά θέματα τα οποία είναι καλά ερευνημένα όπως, ελλείψεις στην κατάρτιση, οι χαμηλές αμοιβές και τα χαμηλά οφέλη που επίσης μπορεί να συμβάλλουν στην χαμηλή αποτελεσματικότητα.  Ένας ιδιωτικός υπάλληλος ασφαλείας λαμβάνει αμοιβές που υπολείπεται λιγότερο από το μισό του αντίστοιχου ενός αστυνομικού υπαλλήλου. Παράλληλα και η κατάρτιση και η εκπαίδευση που λαμβάνουν διαφέρουν ως προς την ποιότητα, γεγονός που μπορεί να οδηγήσει σε αρνητικά αποτελέσματα εργασίας, χαμηλό ηθικό,  χαμηλή αυτοεκτίμηση.
Συνεπώς, υπάρχουν δύο όψεις του νομίσματος. Τι είδους προστασία θέλουμε να έχουμε; Η φθηνή ασφάλεια θα προσφέρει αποτελεσματική προστασία; Είναι ηθικά αποδεκτό να ζητάμε από χαμηλόμισθους εργαζόμενους να διακινδυνεύουν τη ζωή τους όταν το κάνουν για δουλειά;

6.      Προτάσεις - Συμπεράσματα

Περιπτωσιολογικές μελέτες καταδεικνύουν ότι καλώς καθοριζόμενες και καλώς παρακολουθούμενες εταιρικές σχέσεις του δημοσίου και του ιδιωτικού τομέα είναι αποτελεσματικές αυξάνοντας την ασφάλεια των υποδομών ζωτικής σημασίας, την προστασία της ζωής, της περιουσίας, του περιβάλλοντος και της πολιτιστικής κληρονομιάς. Για να κατανοηθεί ο ρόλος που διαδραματίζει ο τομέας της ιδιωτικής ασφάλειας και να εξαχθούν τα κατάλληλα συμπεράσματα χρειάζεται περισσότερη ακαδημαϊκή έρευνα. Αν και έχει μελετηθεί η αποτελεσματικότητα του δημόσιου τομέα και των αστυνομικών αρχών στην επιβολή του νόμου, σε ότι αφορά το ρόλο της ιδιωτικής ασφάλειας χρήζει περαιτέρω διερεύνησης. Η διασύνδεση αυτού του τομέα, με τη βιβλιογραφία των καταστροφών παρουσιάζει κενό.
Απαιτείται συστηματική έρευνα προκειμένου να εξεταστούν οι εταιρικές σχέσεις μεταξύ των δημοσίων αρχών και των ιδιωτικών φορέων παροχής ασφάλειας, τα κριτήρια που θα πρέπει να πληρούν για την ανάπτυξη σχέσεων συνεργασίας, σαφείς οδηγίες σχετικά με το ρόλο κάθε εταίρου, το νομικό ή συμβατικό πλαίσιο, τακτική αξιολόγηση και αναγκαίες διορθώσεις και βελτιώσεις όταν και όπου χρειάζεται. Οι συνθήκες εργασίας του προσωπικού ασφαλείας, οι αμοιβές τους, οι προσδοκίες που έχουν στους κοινωνικούς τους ρόλους, η αντίληψη της κοινωνικής τους αξίας, η ζωή, η ευημερία και η υγεία τους, αποτελούν καίρια στοιχεία της μελέτης προς την κατεύθυνση αυτή. 
Ο αποτελεσματικός σχεδιασμός για την αντιμετώπιση των καταστροφών, των τρομοκρατικών επιθέσεων ή άλλων απειλών, απαιτεί τους καλά καθορισμένους ρόλους και ευθύνες όχι μόνο σε επίπεδο κράτους αλλά και στο επίπεδο του ιδιωτικού και του μη – κερδοσκοπικού τομέα, σε συνδυασμό με ενισχυμένες πολιτικές, κοινό προγραμματισμό και προληπτική ετοιμότητα.


Δρ. Ασπασία Καραμάνου, Προϊσταμένη Σχεδιασμού, Αυτοτελούς Δ/νσης Πολιτικής Προστασίας, Περιφέρειας Αττικής